Επικίνδυνη η συναίνεση στην πολιτική
Η Βελγίδα φιλόσοφος Σαντάλ Μουφ μιλάει στην «Κ» για την παγκοσμιοποίηση, την ηγεμονία των ΗΠΑ, τη δυναμική της Ευρώπης.
του Ηλια Μαγκλινη
Η ενασχόληση της Βελγίδας φιλοσόφου Σαντάλ Μουφ με την πολιτική φιλοσοφία έχει την αφετηρία της στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Φοιτήτρια ούσα στο Παρίσι, η Μουφ έζησε την ένταση από τα γεγονότα του πολέμου της Αλγερίας αλλά και τον απόηχο του θριάμβου της κουβανικής επανάστασης. Υπό την επιρροή της ανάγνωσης του Αλτουσέρ, η Μουφ ταξίδεψε στα τέλη εκείνης της ταραγμένης δεκαετίας στην Κολομβία, προτού στραφεί για τα καλά στη μελέτη του Γκράμσι, μαζί με έναν άλλο σημαντικό στοχαστή, τον Ερνέστο Λακλάου.
Μέσα στην εισήγησή της στο 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο Φιλοσοφίας που διοργάνωσε πρόσφατα (24-28 Μαΐου) ο Δήμος Ηρακλείου, με την ακαδημαϊκή συνεργασία του Τμήματος Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Κρήτης, η Μουφ υποστήριξε ότι «υπάρχουν πολλοί λόγοι για την παρακμή της πολιτικής σήμερα», εστιάζοντας όμως στην «έλλειψη προσφοράς δημοκρατικών μορφών προς τους πολίτες των σημερινών φιλελεύθερων δημοκρατικών κοινωνιών». Στο περιθώριο των εργασιών του συνεδρίου η Μουφ μίλησε στην «Κ» για το ανοδικό ρεύμα του ακροδεξιού λαϊκισμού στην Ευρώπη, για τις έννοιες της «αγωνιστικής δημοκρατίας» και του «πολιτικού χώρου», αλλά και για το «πάθος στην πολιτική», που η ίδια θεωρεί έναν παραγνωρισμένο παράγοντα που όμως παίζει το δικό του σημαντικό ρόλο στην κατανόηση του πολιτικού και κοινωνικού γίγνεσθαι σήμερα.
Αγωνιστική δημοκρατία με πάθος και ορθό λόγο
«Ασχολήθηκα με τα κινήματα του ακροδεξιού λαϊκισμού», λέει, «κυρίως διότι η ερευνητική μου εργασία αφορά αυτό που εγώ αποκαλώ «πολιτική του ανορθολογισμού». Η μελέτη της ακροδεξιάς θα ήταν μια δοκιμασία για τη θεωρία μου, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται ο παράγοντας «πάθος». Εξυπακούεται ότι δεν στρέφομαι εναντίον του ορθού λόγου, αλλά εναντίον μιας περιοριστικής τετράγωνης λογικής που αδυνατεί να δει πόσο πολυδιάστατη είναι η πολιτική. Εξάλλου δεν θέλω καθόλου να τραβήξω μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον ορθό λόγο και το πάθος, διότι πιστεύω ότι υπάρχει ένα πάθος στον ορθό λόγο και αντίστοιχα, ότι υπάρχει ορθός λόγος μέσα στο πάθος».
Συλλογικό πάθος
Η Μουφ ξεκίνησε μελετώντας τα όρια της φιλελεύθερης δημοκρατίας, διαπιστώνοντας ότι στον πυρήνα της μελέτης της βρισκόταν πάντα η έννοια του συμφέροντος και η σημασία που καταλάμβανε για τις εκάστοτε κοινωνικές ομάδες. Με άλλα λόγια, για την Μουφ, η άποψη που θέλει την άσκηση της πολιτικής να μην είναι τίποτε άλλο παρά η προώθηση κάποιων συμφερόντων, αποτελεί μια πολύ περιοριστική προσέγγιση για την κατανόηση της πολιτικής μέσα στο πλαίσιο των φιλελεύθερων δημοκρατιών που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη. «Αν μιλάμε μόνο για συμφέροντα», εξηγεί, «μιλάμε μόνο για μια καθαρά ορθολογιστική προσέγγιση στην πολιτική. Αυτή η προσέγγιση αφήνει απέξω την παράμετρο του πάθους, και λέγοντας «πάθος» εννοώ το πάθος σε συλλογικό και όχι σε ατομικό, προσωπικό επίπεδο».
Ιδωμένο μέσα από αυτό το πρίσμα, το κίνημα του εθνικισμού χαρακτηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από αυτό το «πάθος». Ωστόσο, η Μουφ υπογραμμίζει ότι δεν θα πρέπει να το βλέπουμε μόνο με την αρνητική χροιά, ταυτισμένο δηλαδή με ακροδεξιές, εθνικιστικές ομάδες κ.λπ. «Αυτή η έννοια του συλλογικού πάθους έχει παίξει, και ακόμα παίζει, πολύ σημαντικό ρόλο και μέσα στο καθαρό δημοκρατικό πλαίσιο. Βεβαίως, οι άνθρωποι με δημοκρατικές και προοδευτικές ιδέες έχουν ένα φόβο προς το πάθος (η περίπτωση του Χάμπερμας είναι χαρακτηριστική), διότι πάντα φέρνουν στο νου τους αυτό που συνέβη στη Γερμανία κατά την άνοδο του ναζισμού. Το θεωρούν κάτι επικίνδυνο. Αλλά ας μην εγκαταλείψουμε το πάθος στην ακροδεξιά». Μέσα από αυτό το πρίσμα, η Μουφ έκανε λόγο για μια «αγωνιστική δημοκρατία», όπου ο παράγοντας «πάθος» παίζει τον δικό του καταλυτικό ρόλο: όχι συναίνεση, που αποτελεί βασικό όρο του φιλελευθερισμού, αλλά αγώνας, ένταση.
Γιατί να ψηφίσουν;
Ωστόσο, η Μουφ δεν παραβλέπει και τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, ειδικά σε συνάρτηση με το μέτωπο της τρομοκρατίας και την επικράτηση του αμερικανικού μοντέλου. «Στην πρόσφατη δουλειά μου έχω προσπαθήσει να εφαρμόσω αυτό το μοντέλο της «αγωνιστικής δημοκρατίας» στο διεθνές πολιτικό πεδίο». Επιμένει ότι η υπερβολική συναίνεση δεν αφήνει χώρο στη διαφωνία. «Αυτό είναι κάτι επικίνδυνο και το βλέπουμε μέσα στο πλαίσιο της περίφημης παγκοσμιοποίησης», λέει, «που μας σερβίρεται σαν το μοναδικό μοντέλο κατανόησης του κόσμου μας σήμερα σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, μη αφήνοντας καμία άλλη επιλογή ή εναλλακτική. Οταν έχεις να επιλέξεις ανάμεσα στην κόκα κόλα και την πέπσι κόλα ουσιαστικά δεν έχεις να επιλέξεις ανάμεσα σε τίποτα, δεν έχεις επιλογή.
»Και νομίζω ότι αυτό εξηγεί κάπως τον λόγο για τον οποίο ο απλός πολίτης έχει απομακρυνθεί από την πολιτική. Νιώθει ότι δεν τον αφορά, ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι και ότι δεν υπάρχει καμία εναλλακτική επιλογή. Γιατί να μπει στον κόπο να πάει να ψηφίσει λοιπόν; Αυτό ζούμε μετά το 1989: βρισκόμαστε σε έναν μονοπολικό κόσμο στον οποίο υποτίθεται ότι υπάρχει μόνο ένα σωστό μοντέλο διακυβέρνησης και κατανόησης του κόσμου, το δυτικό μοντέλο, η νεοφιλελεύθερη τάξη πραγμάτων, και ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να αμφισβητήσουμε αυτό το μοντέλο».
Δύο πόλοι στη Δύση
Οταν η συζήτηση φτάνει στο θέμα της τρομοκρατίας, ειδικά σε συνάρτηση με τις θεωρίες της, παραδέχεται ότι «το φαινόμενο της τρομοκρατίας είναι πολυσύνθετο και δεν θα προσπαθούσα μέσα από αυτήν τη θεωρία να το εξηγήσω ή να το ερμηνεύσω. Θεωρώ όμως ότι η τρομοκρατία τύπου Αλ Κάιντα, που αμφισβητεί αυτό το μοντέλο που προσπαθούν να επιβάλουν οι ΗΠΑ, δείχνει νομίζω την απουσία αυτού που αποκαλώ «αγωνιστικού» μοντέλου δημοκρατίας ακόμα και στη διεθνή κατάσταση. Βλέπουμε ότι όταν βρισκόμαστε μπροστά στην (φαινομενική έστω) έλλειψη επιλογής ή εναλλακτικής λύσης, μπορεί κάποιοι να φτάσουν στα άκρα, αγνοώντας ότι μπορεί να υπάρχει κάποιος ενδιάμεσος χώρος. Γι’ αυτό και η έννοια του «πολιτικού χώρου» είναι πάρα πολύ σημαντική στην όλη επιχειρηματολογία μου. Το βλέπουμε στην πράξη με τη στροφή που δείχνουν να παίρνουν οι χώρες της Λατινικής Αμερικής. Τι μας λένε; Οτι θέλουν να κάνουν κάτι δικό τους, κάτι που ενδεχομένως να στρέφεται ενάντια στο αμερικανικό μοντέλο, ότι διεκδικούν τον δικό τους χώρο, ότι αγωνίζονται πολιτικά γι’ αυτόν τον χώρο. Η Κίνα δείχνει να ακολουθεί μια παρόμοια κατεύθυνση».
Και η Ευρώπη; «Θα ήθελα πολύ να δω την Ευρωπαϊκή Ενωση να κινείται προς μια τέτοια κατεύθυνση», αποκρίνεται με πάθος. «Εως τώρα, και όσο κράτησε ο Ψυχρός Πόλεμος, μιλούσαμε για μια ενιαία Δύση, για τη δυτική δημοκρατία της και το δικό της μοντέλο διακυβέρνησης. Ομως, ο Ψυχρός Πόλεμος έληξε και τώρα έχουμε δύο πόλους μέσα στη Δύση: από τη μία η Αμερική και από την άλλη η Ευρώπη. Δεν έχει νόημα να τα βάζουμε και τα δύο στο ίδιο σακί πια. Ας μιλήσουμε πλέον για ένα μοντέλο πολιτικής και δημοκρατίας το οποίο θα πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να χαρακτηρίζει την ίδια την Ευρώπη και δεν θα είναι απομίμηση του αμερικανικού μοντέλου. Να γίνει επιτέλους και η Ευρώπη ένας ακόμα σημαντικός πόλος μέσα σε ένα πολυπολικό κόσμο. Και ο Χάμπερμας λέει ότι χρειαζόμαστε μια πολιτική Ευρώπη, ότι η Ευρώπη θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή και όλοι οι υπόλοιποι να ακολουθούν. Εγώ διαφωνώ με αυτήν την άποψη. Θεωρώ όμως ότι επειδή ζούμε σε έναν πλουραλιστικό κόσμο, η Ευρώπη πρέπει να πάρει κι αυτή τη δική της θέση, να κάνει τη δική της πρόταση».
Ποια είναι – Μετα-γκραμσιανή μαρξίστρια
Η Σαντάλ Μουφ γεννήθηκε το 1943 στο Σαρλερουά του Βελγίου και σπούδασε πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία στα πανεπιστήμια του Λουβέν, του Παρισιού και του Εσεξ. Σήμερα είναι καθηγήτρια Πολιτικής Θεωρίας στο Κέντρο Μελέτης της Δημοκρατίας, στο Πανεπιστήμιο του Ουέστμινστερ του Λονδίνου. Εχει διδάξει και πραγματοποιήσει έρευνες σε πολλά πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής (Χάρβαρντ, Κορνέλ, Πρίνστον, Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια) και της Λατινικής Αμερικής, ενώ είναι μέλος του College International de Philosophie του Παρισιού. Μαζί με τον στοχαστή Ερνέστο Λακλάου έγραψε το «Hegemony and Socialist Strategy: Towards a Radical Democratic Politics» (1985). Επιμελήθηκε την έκδοση του τόμου «Gramsci and Marxist Theory». Είναι ακόμα συγγραφέας των βιβλίων: «The Return of the Political» (1993), «The Democratic Paradox» (2000), το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις, σε μετάφραση Aλέξανδρου Kιουπκιολή και πρόλογο-επιμέλεια Γιάννη Σταυρακάκη.
Πώς στέκεται άραγε σήμερα η Μουφ σε συνάρτηση με το μαρξιστικό της παρελθόν; «Δεν θα έλεγα πια ότι είμαι μαρξίστρια. Δεν είμαι σίγουρη πλέον αν η έννοια αυτή έχει καμία σημασία. Θα μπορούσα να πω ότι είμαι μια μετα-μαρξίστρια, για την ακρίβεια μετα-γκραμσιανή μαρξίστρια, διότι πάντα ήμουν ένα πολύ συγκεκριμένο είδος μαρξίστριας, δηλαδή γκραμσιανή. Θεωρώ ότι βρισκόμαστε πλέον πέραν του μαρξισμού, αλλά ότι χρειαζόμαστε έννοιες και όρους του μαρξισμού για να εξηγήσουμε το πώς φτάσαμε έως εδώ. Οι θεωρίες του Γκράμσι, και ειδικά η έννοια της ηγεμονίας, μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε πολλά από αυτά που συμβαίνουν σήμερα.
Αν πραγματικά κρατώ κάτι ατόφιο από τον μαρξισμό, αν δηλαδή πιστεύω σε κάτι ακόμα από εκείνες τις θεωρίες, είναι στην πάλη των τάξεων, μόνο που δεν είναι η μόνη πάλη που διεξάγεται σήμερα, όπως πίστευε ο Μαρξ. Ο αγώνας δεν είναι ένας αλλά πολλοί, γι’ αυτό προηγουμένως μίλησα για τη σημασία της «αγωνιστικής δημοκρατίας» σήμερα».
Hμερομηνία : 26-06-06
Copyright: http://www.kathimerini.gr
Leave A Comment